Τετάρτη 15 Αυγούστου 2012

“ Ημέρας λόγιο “




Ήταν μια από τις λίγες φορές που ξαφνιαζόμουν με το αποτέλεσμα ενός συλλογισμού μου. Είχα συνηθίσει να είναι πάντοτε τόσο ακραία τα αποτελέσματα αυτών, που όταν αντιλαμβανόμουν ότι η κατάληξη οδεύει και κινδυνεύει να χαρακτηριστεί  κοινότυπη και όχι  ακραία όπως το συνήθιζα, σάστιζα! Θεωρούσα και θεωρώ ότι το να διαφέρουν οι ιδέες, οι απόψεις σου, από αυτές του συνόλου, σε κατατάσσει αυτομάτως σε μιαν άλλη κατηγορία, αδιαφορώντας για την ορθότητα, το κύρος και το μέγεθος αυτής που θα είχε στα μάτια των απανταχού κριτών της.

Ναι, δεν ήμουν άνθρωπος της μάζας.  Και όταν αναφέρω το “μέγεθος” αυτής, πολλοί θα πιστεύουν ότι ο μικρός αριθμός της ήταν κάτι που με στεναχωρούσε.  Ότι μια ζωή θα πάσχιζα να δημιουργήσω μια ομάδα φίλων – ανθρώπων με τις ίδιες ιδέες και απόψεις, θέτοντας έτσι τις βάσεις για την κοινωνία των “διαφορετικών” που απώτερος σκοπός μου θα ήταν να τη διευρύνω. Όχι, δεν ίσχυε κάτι τέτοιο, μα το αντίθετο. Όσοι λιγότεροι την αποτελούσαν τόσο πιο ευχαριστημένος ήμουν.

Και όταν μιλώ για “ορθότητα” και “κύρος” αντιλαμβάνομαι πως σε αρκετούς θα φαντάζει τρομερά εύκολο να κατορθώσεις  να διαφέρει η άποψη σου από αυτή της πλειοψηφίας.  Αρκεί να αναφωνείς το άσπρο μαύρο, να διαφωνείς με τους πάντες και τα πάντα, δίχως όμως να έχεις και την ικανότητα να τεκμηριώνεις τα λεγόμενα σου. Όχι, δεν μιλάω για αυτού του τύπου τη σαχλαμάρα, μα για λόγια τεκμηριωμένα, λόγια με νόημα και σκοπό και όχι για τεμπέλικα γεμάτα από την αντίδραση της “διαφορετικότητας”, ανούσια και ουτοπικά λόγια.

Τώρα για το “αδιαφορώντας” για την ορθότητα και το κύρος, είναι απλό, αν σκεφτεί κανείς ότι επί του γενικού συνόλου το μόνο σίγουρο είναι ότι τα αρνητικά σχόλια πάντα θα υπερισχύουν από τα στόματα των πολλών, με αποτέλεσμα η ορθότητα και το κύρος των δικών μου απόψεων και ιδεών να είναι η σάρκα προς τον λιθοβολισμό τους. Μα όσοι με γνωρίζουν ξέρουν ότι το γεγονός αυτό ποσώς με ενδιαφέρει. Δεν προσπάθησα ποτέ να πείσω κάποιον συνομιλητή μου ότι είχε άδικο, άλλωστε το άδικο είναι υποκειμενικό, άλλα ακόμα και έτσι θα μπορούσα να καταφέρω κάποια αποτελέσματα σε αρκετούς από δαύτους.

Κάθε ξημέρωμα ήμουν έτοιμος για τον πρωινό μου περίπατο, ακολουθώντας το ίδιο δρομολόγιο κάθε φορά. Συνήθιζα να ακολουθώ, η μάλλον όχι απλά συνήθιζα, αλλά απαιτούσα από τον εαυτό μου, έπειθα το μυαλό μου να προστάζει τα πόδια μου να ακολουθούν την ίδια και απαράλλαχτη διαδρομή που πολλές φορές ήταν τόσο ακριβής και ανεπηρέαστη που σκαρφιζόμουν διάφορα σημάδια από την προηγούμενη έτσι ώστε τα πέλματά μου σε αυτά να προσπαθώ να πατάνε όσο το δυνατόν στην ίδια επιφάνεια με αυτή της επομένης. Όταν δε, περνούσα μέσα από τον χωματόδρομο και συναντούσα  χθεσινά μου αποτυπώματα ατόφια και πεντακάθαρα ήμουν μες την ευτυχία και προσπαθούσα ξαναπατώντας τα πολύ προσεχτικά και με περίσσια μαεστρία να καταφέρω το αποτύπωμα να φανερώνεται τόσο τέλειο σαν να ήταν πάντα το ένα και μοναδικό. Όταν το αποτέλεσμα δεν με ικανοποιούσε το κατέστρεφα με ένα βίαιο σύρσιμο του πέλματος μου και παραμιλώντας φανερά τσαντισμένος συνέχιζα την πορεία μου αναζητώντας απελπισμένα με μάτια ορθάνοιχτα και καρφωμένα στο χώμα για μια πιθανή επιτυχία σε ένα νέο αποτύπωμα που θα συναντούσα στο διάβα μου.

Δεν υπήρχε περίπτωση να μην τα καταφέρω με την δεύτερη προσπάθεια. Η αλήθεια είναι ότι δεν θυμάμαι ποτέ τον εαυτό μου να προσπαθεί τρίτη φορά σε αυτό το παιχνίδισμα που πολλές φορές ομολογώ ότι καταντούσε ανυπόφορο. Ένα παιχνίδι που την ουσία του πότε δεν κατάλαβα και ούτε αφιέρωσα τον χρόνο να καταλάβω για πιο λόγο μου έδινε μιαν τέτοιαν ευχαρίστηση. Συνήθιζα να αφιερώνω χρόνο σκέψης σε πράγματα που δεν με ευχαριστούσαν, προσπαθώντας να βρω λύσεις και εναλλακτικές διεξόδους, πάρα σε θέματα που ήδη με ευχαριστούσαν προσπαθώντας να καταλάβω το γιατί. Πιθανότατα φοβόμουν, μήπως δεν με χαροποιούσε το γεγονός να συλλάβω τον εαυτό μου βυθισμένο σε νοητικές εξαρτήσεις που μόνο καλό δεν θα μου έκανε να ανακάλυπτα πως υπήρχαν.   Έτσι λοιπόν δεν στοχαζόμουν για ασήμαντα θέματα, άλλα ακόμα και αν υποτεθεί ότι ήταν σημαντικά, ως δια μαγείας τα βάπτιζα ασήμαντα προκείμενου να κρατήσω τις ισορροπίες στο μυαλό μου…

Σήμερα όμως θα ξεκινήσω μια νέα διαδρομή! Μια διαδρομή που δεν θέλω να ορίσω την πορεία της. Δεν θα βγω από την κεντρική είσοδο αυτή τη φορά· έτσι σκέφτομαι· μα από τον πίσω περίβολο. Ναι!.. από τον πίσω περίβολο με το φρέσκο απάτητο χώμα του! Μέχρι και παπούτσια άλλαξα δηλώνοντας στο χώμα που θα πατήσω μια νέα ταυτότητα. Φορώ και μια τραγιάσκα που ποτέ μου πριν δεν φόρεσα, ρούχα φρεσκοπλυμένα που μοσκοβολούν και τρεμάμενος πότε από το φόβο για το άγνωστο και πότε από το άφοβο πάθος της νέας περιπέτειας και του μυστηρίου που με περιμένει, αρχίζω να κατηφορίζω την μεταλλική γυριστή σκάλα που βρίσκεται στο πίσω μέρος του σπιτιού μου. Δεν το κρύβω ότι δίστασα. Καθόμουν για ώρα καρφωμένος στο τελευταίο σκαλοπάτι περιμένοντας και εγώ δεν ξέρω τι, λες και υπήρχε κατάλληλη στιγμή για το ξεκίνημά μου και περίμενα καρτερικά για αυτήν.

Στεκούμενος εκεί σα στήλη άλατος σκέφτομαι ότι πάνε τρία χρόνια τώρα που δεν έχω παραβγεί της πορείας μου και τούτη τη στιγμή είναι τόσα πολλά τα ερωτήματα που με περικυκλώνουν και με τέτοια ταχύτητα, που θα τα παρομοίαζα με βέλη που σκίζουν με βία το μυαλό μου. Και επιμένω στο ότι φαντάζουν τόσο τρομακτικά χειμαρρώδη, που σε κανένα δεν βρίσκω τον απαιτούμενο χρόνο να δώσω μιαν απάντηση. Προσπαθώ μεν, αλλά ένα νέο ερώτημα, και συχνά πιο ενδιαφέρον και πιο καίριο από το προηγούμενο, καταφέρνει να με αποσπά από τις σκέψεις μου.

Και τότε τα πράματα άρχισαν γίνονται πραγματικά ανυπόφορα. Κάθε αναπάντητη ερώτηση, κάθε ημιτελής σκέψη αφήνει και λίγη από την ομίχλη της, με αποτέλεσμα ένα σύμπλεγμα από ερωτήματα που κραυγάζουν για απαντήσεις, να σφυροκοπά με μανία το κεφάλι μου! Και τα βέλη να μην σταματάν, η ομίχλη όλο και να πυκνώνει σε σημείο που η εμβέλεια μου δεν μου επιτρέπει πλέον να εντοπίζω τα βέλη και αρκούμαι μονάχα στο να τα ακούω. Νιώθω πως το κεφάλι μου είναι έτοιμο να εκραγεί. Αισθάνομαι έναν πονοκέφαλο τόσο δυνατό και διαφορετικό από τους άλλους, που καθιστά κάθε γιατροσόφι ανίκανο να αναμετρηθεί μαζί του. Χίλιες φορές να βρισκόμουν στο κέντρο μιας θεομηνίας παρά αυτό το πράμα!

Πολλές φορές, σε κάτι τέτοιες περιπτώσεις που κινδύνευα να χάσω το θάρρος μου, παίνευα τον εαυτό μου για επιτυχίες του παρελθόντος και έτσι αναστηλωνόμουν λιγάκι. Είναι μια συνταγή πού πιστεύω αρκετοί χρησιμοποιούν όταν βρίσκονται σε μια κατάσταση αδυναμίας, όχι απαραίτητα ως επίλυση του προβλήματος μα και ως αποφυγή. Το να επανακτήσω το χαμένο μες την ομίχλη θάρρος μου, ήταν κάτι που θα με έκανε μονομιάς να ξεκαθαρίσω το τοπίο μπροστά μου και να ανακτήσω την νοητική μου όραση.

Επίσης, ορισμένες στιγμές· στιγμές που βρισκόμουν σε βαθύ συλλογισμό, η μεγάλη σύγχυση, έρχονταν στα χείλη μου αποφθέγματα που διάβασα μήτε σε βιβλία μήτε σε κάποια εφημερίδα και αν μη τι άλλο με ταρακούνησαν. Ένα από αυτά είναι το “ Η φαντασία μας υπηρετεί μονάχα όταν έχουμε πνεύμα απαλλαγμένο από κάθε προκατάληψη.” Marquis de Sade, που το είχα διαβάσει στο βιβλίο του “Η φιλοσοφία στο μπουντουάρ” Όπως και το “Sometimes truth is stranger than fiction” που είχα πετύχει τυχαία σε κάποια στήλη τοπικού περιοδικού. Τέτοια μικρά αποφθέγματα είναι ικανά να φέρουν τα πάνω κάτω στη ζωή του καθενός αν τα διαβάσει την κατάλληλη στιγμή· τη στιγμή δηλαδή που έχει ανάγκη να τα ακούσει.

Φρόνιμο θα έλεγε κανείς ότι θα ήταν να μην ενεργείς εν θερμώ σε τέτοιου είδους συγγραφικές καταθέσεις, γιατί εκτός από καλό, μπορεί να προκαλέσουν και μη αναστρέψιμο κακό. Ένα βιβλίο, ένα ποίημα, ένας διάλογος με ένα άγνωστο δεν σημαίνει απαραιτήτως ότι θα έχει θετικά στην ψυχή και στο μυαλό αποτελέσματα. Χρειάζεται και η συγκρότηση για την επιλογή τους.  Μα πραγματικά… ποιος μπορεί να ορίσει πότε μια σκέψη είναι ορθή και συγκροτημένη;  Κάθε βέβαιη γνώση προέρχεται από τη νόηση… μα πιο είναι το κριτήριο για να θεωρηθεί αποδεκτή;  Και ποιος  ο κριτής της;   Είναι σα να λέμε... ποιος μου εγγυάται ότι θα πάω στον παράδεισο της θρησκείας που από μικρός ασπάστηκα, άλλα δεν κινδυνεύω να βρεθώ στην κόλαση μιας άλλης;

Εγώ ευτυχώς, δεν είχα όρια στην σκέψη μου και διέθετα μια φαντασία που πολλοί θα ζήλευαν. Τόσο ταξιδιάρα και πολυδιάστατη, τόσο προκλητικά ζωηρή και θρασύτατα ντελιριακή, που δεν ήταν λίγες οι φόρες που αισθανόμουν ότι παρά τις δυσκολίες που συναντώ κατά καιρούς στην καθημερινότητα, δεν παύω να είμαι αναμφισβήτητα, ένας από τους πιο τυχερούς ανθρώπους στον κόσμο…

Είχα το χάρισμα να πλάθω αμέτρητες ιστορίες και να βυθίζομαι σε αυτές. Άλλοτε μόνος και άλλοτε με φίλους και γνωστούς. Μαζευόμασταν σε σπίτια, καθόμασταν αναπαυτικά φέρνοντας κοντά μας ότι χρειαζόμασταν, όπως καπνό και κρασί ώστε να μην μας αποσπάσει μια άδεια μποτίλια και αναγκαστούμε να σηκωθούμε από την θέση μας… Και το ταξίδι ξεκινούσε. Ένα ταξίδι με σκοπό την συλλογή εμπειριών. Ναι, ακούγεται τραγελαφικά αστείο όμως συνέβαινε. Μέσα από αυτές τις ιστορίες που αράδιαζα με μεγάλη ευκολία, κατάφερνα να γεμίζω τα μυαλά μας με κάθε λογής εικόνες, διδάγματα, να φουσκώνω το ηθικό μας, να μας πλημμυρίζω με συναισθήματα που είχαμε ξεχασμένα, να ταξιδεύουμε σε πρωτόγνωρες και αμήχανες πολλές φορές καταστάσεις, να βρισκόμαστε αντιμέτωποι πολλές φορές με τον ίδιο μας τον εαυτό, να αλλάζουμε απόψεις του παρελθόντος, να γελάμε, να κλαίμε, να θυμώνουμε, πότε να μας καταβάλλει ένα αίσθημα περηφάνιας, πότε να κολυμπάμε μες τη ντροπή… Τα είχαμε όλα.  Στο τέλος, δεν υπήρχε μίζερος που να μην είχε δει την ζωή πανέμορφη, μοναχικός που να μην έζησε ένα μεγάλο έρωτα, τυφλός που να μην είχε δει το ηλιοβασίλεμα, μα και αισιόδοξος που να μη γέμισε με απαισιοδοξία.

Και όμως… Ένα μυαλό τόσο ταξιδιάρικο και υπερχειλίσημα ζωηρό δεν κατάφερνε να με πείσει να κάνω το πολυπόθητο πρώτο βήμα. Ίσως κατάφερνα μοναχά να αντλώ δύναμη μέσα από τις νοητικές μου περιπλανήσεις και τίποτα περισσότερο. Ίσως πάλι να δειλιάζω, να φοβάμαι και να τρέμω για αυτό που θα συναντήσω.

Μα όχι! Όπως και να έχει πρέπει να μυρίσω αυτό το φρέσκο χώμα, να ακούσω το θρόισμα των φύλλων, να ανέβω το μονοπάτι που φιδογυρίζει ανάμεσα από τα πελώρια δέντρα και να λουστώ με τη δροσιά, την υγρασία και την καταχνιά του. Πρέπει να τα σπάσω η έστω να ξεγλιστρήσω από αυτά τα δεσμά που με θέλουν υπηρέτη της μέχρι εχθές καθημερινότητάς μου. Γιατί… πολύ άπλα γιατί, ο νους είναι ο καθρέπτης της ψυχής μου. Μιας ψυχής που δεν συναντάς μόνο στα ευκολοδιάβατα μονοπάτια, μα και στα δύσβατα. Ένα καθρέπτη που είναι καιρός πια να τον κοιτάξω κατάματα.

Αυτή η σκέψη είχε  καιρό που με ταλάνιζε, όμως ομολογούμενος δεν ήταν εύκολο να ξεγλιστρήσω σε ότι  έδινε χαρά, γαλήνη και ισορροπία στον ίδιο μου τον εαυτό.  Την προσφορά μου σε φίλους μα ακόμη  και αγνώστους θα τολμούσα να την αποκαλέσω μέγιστη… μα σ’εμένα τον ίδιο φιλτραριζόταν πάντα  από ένα φίλτρο που πολλές φορές αναρωτιόμουν αν ακόμα και ο αγέρας θα μπορούσε να το διαπεράσει. Και έτσι γεννήθηκε η επιθυμία. Η επιθυμία του να καταφέρω να πραγματοποιήσω τα απραγματοποίητα. Δίχως δειλές και ενοχοποιητικές σκέψεις σε ότι φάνταζε όμορφο και διαυγές. Ψαχούλεψα το πανωφόρι μου στις εσωτερικές του τσέπες… δεν άργησα να το βρω. Άνοιξα το μπουκαλάκι και γεύτηκα και την τελευταία στάλα του.

Και τότε άκουσα πεντακάθαρα το εναρκτήριο λάκτισμα. Ίδρωσα μέσα σε δευτερόλεπτα! Ο φόβος που είχα λίγο πριν, τώρα είχε γίνει λαχτάρα που όλο και θέριευε. Ζούσα μιαν ένταση απερίγραπτη. Είχα μιαν ανάσα που ενώ την άκουγα στεγνή και τρεμάμενη, ανάβλυζε από τα σπλάχνα μου δροσερή και καθάρια. Από γαντζωμένος στο σκαλοπάτι άλλοτε, βρέθηκα τώρα σε μιαν κατάσταση που μήτε λουριά μήτε αλυσίδες μπορούσαν να με κρατήσουν.

Μέσα στα επόμενα πέντε λεπτά έκανα θρύψαλα τα δεσμά μου. Τα άλεσα... Και τα έκανα τροφή για τον πηγεμό μου
.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου